Μιλτιάδης Κοτζιάμπασης (Π.Ε. 70)
Για καλύτερη θέαση, μπορείτε να γυρίσετε το κινητό οριζόντια.
Σε περιόδους οικονομικής αβεβαιότητας ή έντονου διεθνούς ανταγωνισμού, η ιδέα της επιβολής δασμών επανέρχεται συχνά στο προσκήνιο ως μια φαινομενικά απλή λύση για την προστασία της εγχώριας παραγωγής και των θέσεων εργασίας.
Πολιτικά ελκυστικοί, οι δασμοί υπόσχονται την ενίσχυση της εθνικής οικονομίας έναντι των ξένων ανταγωνιστών. Ωστόσο, μια προσεκτικότερη ματιά στην οικονομική ιστορία και θεωρία αποκαλύπτει μια διαφορετική εικόνα: οι δασμοί, ως εργαλείο οικονομικής πολιτικής, σπάνια αποδίδουν τα προσδοκώμενα οφέλη και συχνά προκαλούν περισσότερα προβλήματα από όσα υποτίθεται ότι λύνουν.
1. Η Μετακύλιση του Κόστους στον Καταναλωτή:
Η πιο άμεση συνέπεια ενός δασμού είναι η αύξηση της τιμής του εισαγόμενου προϊόντος. Αυτή η αύξηση σπάνια απορροφάται πλήρως από τον ξένο παραγωγό. Στις περισσότερες περιπτώσεις, το κόστος μετακυλίεται στον τελικό καταναλωτή ή στις επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν το εισαγόμενο αγαθό ως πρώτη ύλη. Το αποτέλεσμα είναι υψηλότερες τιμές για τους πολίτες, μειωμένη αγοραστική δύναμη και πληθωριστικές πιέσεις, υπονομεύοντας το επίπεδο διαβίωσης αντί να το προστατεύουν.
2. Ο Κύκλος των Αντιποίνων:
Η επιβολή δασμών σπάνια μένει αναπάντητη. Οι εμπορικοί εταίροι που πλήττονται σχεδόν πάντα απαντούν με αντίποινα, επιβάλλοντας δικούς τους δασμούς σε προϊόντα της χώρας που ξεκίνησε την πολιτική προστατευτισμού. Αυτό πλήττει καίρια τους εξαγωγικούς κλάδους, οι οποίοι χάνουν ανταγωνιστικότητα και πρόσβαση σε ξένες αγορές. Έτσι, ενώ ένας κλάδος μπορεί προσωρινά να "προστατεύεται", πολλοί άλλοι υφίστανται σημαντικές ζημιές, οδηγώντας συχνά σε αρνητικό συνολικό ισοζύγιο για την οικονομία. Η ιστορία είναι γεμάτη παραδείγματα εμπορικών πολέμων που κλιμακώθηκαν μέσω αντιποίνων, με χαρακτηριστικότερο ίσως τον νόμο Smoot-Hawley στις ΗΠΑ το 1930, ο οποίος θεωρείται ότι βάθυνε την Παγκόσμια Ύφεση.
3. Μειωμένη Ανταγωνιστικότητα και Καινοτομία:
Όταν οι εγχώριες βιομηχανίες προστατεύονται τεχνητά από τον ξένο ανταγωνισμό μέσω των δασμών, μειώνεται το κίνητρο για βελτίωση της αποδοτικότητας, μείωση του κόστους και επένδυση στην καινοτομία. Η έλλειψη ανταγωνιστικής πίεσης μπορεί να οδηγήσει σε στασιμότητα, με τις προστατευόμενες επιχειρήσεις να υστερούν μακροπρόθεσμα σε σχέση με τους διεθνείς ανταγωνιστές τους. Αυτό όχι μόνο βλάπτει την ανταγωνιστικότητα της χώρας συνολικά, αλλά μπορεί να οδηγήσει και σε προϊόντα χαμηλότερης ποιότητας ή υψηλότερου κόστους για τους καταναλωτές σε βάθος χρόνου.
4. Διαταραχή των Εφοδιαστικών Αλυσίδων και Αρνητικό Ισοζύγιο Απασχόλησης:
Στη σύγχρονη παγκοσμιοποιημένη οικονομία, οι εφοδιαστικές αλυσίδες είναι πολύπλοκες και διασυνοριακές. Οι δασμοί σε εισαγόμενα ενδιάμεσα αγαθά αυξάνουν το κόστος παραγωγής για εγχώριες επιχειρήσεις που εξαρτώνται από αυτά, καθιστώντας τες λιγότερο ανταγωνιστικές. Επιπλέον, η υπόσχεση για δημιουργία θέσεων εργασίας στους προστατευόμενους κλάδους συχνά εξανεμίζεται από τις απώλειες θέσεων εργασίας στους εξαγωγικούς κλάδους (λόγω αντιποίνων) και στις βιομηχανίες που χρησιμοποιούν τα ακριβότερα, πλέον, εισαγόμενα αγαθά. Μελέτες συχνά δείχνουν ότι το καθαρό αποτέλεσμα των δασμών στην απασχόληση είναι είτε αρνητικό είτε αμελητέο.
Παρά τη δελεαστική τους απλότητα ως πολιτική λύση, οι δασμοί αποτελούν ένα αμβλύ και συχνά αυτοκαταστροφικό οικονομικό εργαλείο. Η ιστορική εμπειρία και η οικονομική ανάλυση συγκλίνουν στο ότι σπάνια επιτυγχάνουν βιώσιμη οικονομική ευημερία. Αντίθετα, τείνουν να αυξάνουν το κόστος ζωής, να προκαλούν εμπορικές διαμάχες, να καταπνίγουν την καινοτομία και να βλάπτουν περισσότερους κλάδους από όσους υποτίθεται ότι προστατεύουν. Η αναζήτηση λύσεων για την ενίσχυση της εγχώριας οικονομίας θα πρέπει να εστιάζει σε πολιτικές που προάγουν την ανταγωνιστικότητα, την καινοτομία και την προσαρμοστικότητα, αντί να υψώνουν τείχη που μακροπρόθεσμα αποδεικνύονται επιζήμια για όλους.